- κρητιδικό
- Η πιο πρόσφατη περίοδος του μεσοζωικού αιώνα. Η ονομασία της προέρχεται από την κρητίδα, τη γνωστή κιμωλία, πέτρωμα μαλακό, ασβεστολιθικό και σχεδόν λευκό, που αποτέθηκε κατά το τέλος του κ. σε εκτεταμένες ζώνες της βορειοανατολικής Ευρώπης (για παράδειγμα, στην περιοχή του Ντόβερ της Αγγλίας, με τους γνωστούς λευκούς βράχους). Η περίοδος αυτή υπολογίζεται πως διήρκεσε περίπου 75 εκατομμύρια χρόνια και η αρχή της τοποθετείται 130-140 εκατομμύρια χρόνια πριν από την εποχή μας. Χαρακτηρίζεται από ριζικές αλλαγές τόσο στην κατανομή της ξηράς και της θάλασσας όσο και στην πανίδα και στη χλωρίδα· υπήρξε πράγματι η εποχή της απροσδόκητης εξαφάνισης των μεγάλων ερπετών (χερσαίων, ιπτάμενων και υδρόβιων) και άλλων ομάδων ζώων (αμμωνιτών, βελεμνιτών), ενώ κατά τα τέλη της περιόδου κυριαρχούσαν τα αγγειόσπερμα (φυτά με άνθη).
Η εξέλιξη των οργανισμών κατά το κ. αποτελεί ένα μαγευτικό κεφάλαιο της ιστορίας της ζωής πάνω στη Γη. Η θαλάσσια πανίδα υπήρξε πλούσια σε τρηματοφόρα, σπόγγους, κοράλλια, εχινόδερμα, ελασματοβράγχια, κεφαλόποδα, ρουδιστές και ψάρια. Στην ξηρά, τα ερπετά, αφού παρουσίασαν μια μεγάλη ανάπτυξη, εξαφανίστηκαν απότομα. Επέζησαν μόνο οι χελώνες, τα φίδια, οι κροκόδειλοι και οι σαύρες. Τα έντομα παρουσίασαν κι αυτά μεγάλη ανάπτυξη. Τα πτηνά βρίσκονταν σε εξέλιξη. Τα θηλαστικά, αν και είχαν εμφανιστεί ήδη από την αρχή της περιόδου, ήταν ακόμα πολύ μικρού μεγέθους. Η βλάστηση, στις αρχές του κ., αποτελείτο από πρωτόγονα αγγειώδη φυτά ή γυμνόσπερμα. Τα αγγειόσπερμα είχαν εμφανιστεί αλλά αποτελούσαν μειονότητα στη χλωρίδα της εποχής. Αντίθετα, προς το τέλος της περιόδου, τα αγγειόσπερμα είχαν αντικαταστήσει τα γυμνόσπερμα και η χλωρίδα απέκτησε από τότε έναν χαρακτήρα που πλησίαζε προς τον σημερινό, με δέντρα που και σήμερα ακόμα είναι πολύ διαδεδομένα (πλατάνια, βελανιδιές, μανόλιες, ακακίες, οξιές, λεύκες).
Το κ. υπήρξε μια περίοδος σχετικής ηρεμίας στις ξηρές και ομαλής επικράτησης των θαλασσών. Υπήρξαν μόνο μερικές ορεογενετικές κινήσεις τοπικής φύσης στην αρχή και στο τέλος της περιόδου, στη βορειοανατολική Αμερική (λαραμική πτύχωση, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία των Βραχωδών Ορέων), στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία. Οι ορεογενετικές αυτές κινήσεις θεωρούνται πρόδρομοι της μεγάλης αλπικής πτύχωσης (τριτογενές). Μια σχετική ηφαιστειακή δραστηριότητα, συνέπεια των ορεογενετικών κινήσεων, σημειώθηκε τοπικά στα Πυρηναία (γρανίτες, συηνίτες), στα Βαλκάνια, στις Αντίλλες, στις Άνδεις, στο Τέξας και ιδιαίτερα στην Ινδία, όπου κατά το ανώτερο κ. σχηματίστηκαν οι επιβλητικές βασαλτικές κολόνες (traps) του Ντεκάν, που καλύπτουν έκταση 300.000 τ. χλμ. και έχουν πάχος 2.000 μ.
Κατά τη διάρκεια του κ. συντελέστηκαν πολλές επικλύσεις και αποχωρήσεις θαλασσών, η κυριότερη από τις οποίες υπήρξε η μεγάλη κενομάνια επίκλυση, που είχε παγκόσμιο χαρακτήρα και χωρίζει το παλαιοκρητιδικό από το νεοκρητιδικό. Κατά τα τέλη του κ. σημειώθηκε μεγάλη αποχώρηση της θάλασσας, στην οποία οφείλονται τα μεγάλα κενά (ασύμφωνη στρώση) που υπάρχουν μεταξύ κ. και καινοζωικού.
Οι επικρατέστεροι τύποι πετρωμάτων της περιόδου είναι θαλάσσια αποθέματα, που διακρίνονται σε παράκτιους σχηματισμούς (γλαυκονιτικούς ψαμμίτες, αργίλους και κροκαλοπαγή) και σε αποθέματα νηριτικής φάσης (μαργαϊκούς ασβεστόλιθους, κυρίως βιογενείς). Τα μεγάλου πάχους στρώματα της λευκής κρητίδας είναι και αυτά θαλάσσια αποθέματα βάθους περίπου μέχρι 100 μ. Πελαγικά αποθέματα υπάρχουν, αλλά λιγότερο εξαπλωμένα, και αποτελούνται από αργιλικούς σχιστόλιθους και μαργαϊκά και ασβεστολιθικά πετρώματα με άφθονα λείψανα αμμωνιτών.
Το κ. χωρίζεται συνήθως σε δύο υποπεριόδους: το κατώτερο κ. ή παλαιοκρητιδικό και το ανώτερο κ. ή νεοκρητιδικό. Το πρώτο περιλαμβάνει, στην ευρωπαϊκή περιοχή, τις εξής τέσσερις εποχές (από τις αρχαιότερες προς τις νεότερες): το νεοκώμιο, το βαρέμιο, το άπτιο και το άλβιο, το οποίο μερικοί γεωλόγοι κατατάσσουν στο νεοκρητιδικό, ενώ το νεοκρητιδικό περιλαμβάνει το κενομάνιο, το τουρώνιο, το δενώνιο και το δάνιο. Το νεοκώμιο χαρακτηρίζεται κυρίως από την Exogyra couloni (ελασματοβράγχιο), από το γένος των αμμωνιτών Hoplites και από τη φάση του τιθωνίου (πορτλάνδιο έως νεοκώμιο) με καλπιονέλες. Κατά τους Γάλλους γεωλόγους, το βαρέμιο και το άπτιο αποτελούν μια φάση του ουργκονίου, που είναι ασβεστολιθική υφαλογενής (κυρίως των Άλπεων). Το γένος Caprina των ρουδιστών χαρακτηρίζει το άπτιο, ενώ διάφορα γένη αμμωνιτών βοηθούν να χαρακτηριστούν τα στρώματα αυτών των εποχών. Το άλβιο χαρακτηρίζεται από τη φάση των πράσινων άμμων του Gault.
Το κενομάνιο, εκτός από την κενομάνια επίκλυση της θάλασσας, χαρακτηρίζεται από ορισμένα γένη αμμωνιτών (Acanthoceras κλπ.), από την Exogyra columba και από την εμφάνιση των πρώτων Globotruncana, χαρακτηριστικών τρηματοφόρων του κ., από τα οποία προήλθαν εκτεταμένοι ορίζοντες ασβεστόλιθων με Globotruncana. Χαρακτηριστική, επίσης, είναι και η έναρξη, κατά το κενομάνιο, της φάσης του φλύσχου, που συνέχισε να σχηματίζεται μέχρι το τέλος του κ. Το τουρώνιο διακρίνεται δύσκολα από το κενομάνιο. Γι’ αυτό και πολλοί γεωλόγοι έχουν τη γνώμη ότι αποτελούν ενιαία φάση. Το σενώνιο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον με την εμφάνιση πολλών νέων χαρακτηριστικών ειδών τρηματοφόρων, με την ποικιλία των φάσεων και τη μεγάλη εξέλιξη πολλών ζωικών ειδών που μετά εξαφανίστηκαν απότομα. Το δάνιο από άλλους επιστήμονες θεωρείται ως το πέρας του κ. και από άλλους ως έναρξη του καινοζωικού αιώνα. Βέβαιο πάντως είναι ότι κατά τη διάρκειά του έγιναν σημαντικές μεταβολές, κρίνοντας από την εξαφάνιση των αμμωνιτών (έμειναν μόνο τα ναυτιλοειδή) και άλλων ομάδων ζώων. Σε πολλές περιοχές της Ευρώπης ο σχηματισμός του φλύσχου σταμάτησε κατά το δάνιο, ενώ σε άλλες δεν υπάρχουν καθόλου στρώματα του δανίου. Κατά τη διάρκειά του σημαντικά στρώματα κρητίδας αποτέθηκαν σε διάφορες περιοχές της Γης. Οι κρητιδικοί σχηματισμοί παρουσιάζουν μεγάλη εξάπλωση στην Ευρώπη (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ρωσία), όπου υπάρχουν και τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματά τους. Βρίσκονταν επίσης στη Μικρά Ασία, στη Μαδαγασκάρη, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στη Βόρεια και στη Νότια Αμερική.
Πολλά από τα πετρώματα του κ. έχουν αξιόλογη οικονομική σημασία και βρίσκουν εφαρμογή σε διάφορες χρήσεις (τα ασβεστολιθικά πετρώματα ως δομικά υλικά, διακοσμητικά, στην κεραμική, για τσιμέντο, ασβέστη κ.ά.). Περικλείουν επίσης κοιτάσματα πετρελαίου (Βόρεια και Νότια Αμερική, Γερμανία, Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία), φωσφορικά ορυκτά (νότια Ρωσία, Αγγλία, βόρεια Γαλλία), βωξίτες (νότια Ιταλία, Γαλλία, Κροατία, Ελλάδα), σιδηρομεταλλεύματα, χαλκό, μόλυβδο (Σερβία, Ρουμανία, Γερμανία). Υπάρχουν επίσης αυτόχθονα κοιτάσματα ορυκτών ανθράκων (λιγνίτες, λιθάνθρακες, ανθρακίτες κλπ.) στην Κίνα, στη Βουλγαρία, στην Ελλάδα, στο Κολοράντο και στη Μοντάνα των ΗΠΑ. Άλλα χρήσιμα ορυκτά που βρίσκονται στα πετρώματα αυτά είναι η λευκή κρητίδα και οι πυρίμαχοι άργιλοι.
Στην Ελλάδα το κ. έχει μεγάλη εξάπλωση κυρίως στις ζώνες της ανατολικής Ελλάδας, στην περιοχή Ολωνού-Πίνδου και στο Αδριατικοϊόνιο. Το παλαιοκρητιδικό εμφανίζεται με αμμωνιτοφόρους ασβεστόλιθους στην Αργολίδα, με φαιούς δολομιτικούς ασβεστόλιθους στην Εύβοια και με άλλους ασβεστόλιθους, με διάφορα χαρακτηριστικά απολιθώματα στην Πελοπόννησο, στη Σαλαμίνα και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Το νεοκρητιδικό αντιπροσωπεύεται με κονδυλώδεις μαργαϊκούς ασβεστόλιθους του κενομάνιου, με Exogyra columba και με ασβεστόλιθους με σωβαγέσια στην Εύβοια, επίσης του κενομανίου. Το τουρώνιο είναι χαρακτηριστικό στην Εύβοια (ασβεστόλιθοι με ακτεονέλες και ραδιολίτες), στα Τουρκοβούνια (ασβεστόλιθοι με ιππουρίτη τον γιγάντιο), στα Δωδεκάνησα κ.α. Το σενώνιο αντιπροσωπεύεται με ασβεστόλιθους που περιέχουν ιππουρίτες Gaudryi στην Εύβοια, στη Βοιωτία και στα Γεράνια όρη. Το μαϊστρίχτιο (η ανώτερη βαθμίδα του σενωνίου) συναντάται με τα τρηματοφόρα, μέσα στους ρουδιστοφόρους ασβεστόλιθους του ανώτερου κ. Επίσης στρώματα του κ. υπάρχουν σε πολλά νησιά της Δωδεκανήσου, στην Κρήτη κ.α.
Καθοδηγητικό απολίθωμα αμμωνίτη (ιδιοχαμίτης), της περιόδου του κρητιδικού.
To κρητιδικό είναι η πιο πρόσφατη περίοδος του μεσοζωικού. Άρχισε πριν από περίπου 130 εκατ. χρόνια και κράτησε περίπου 75 εκατ. χρόνια. Η ζωή στη Γη ήδη είχε αρχίσει 1 δισ. χρόνια. Στη φωτογραφία, αναπαριστάνονται μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά θαλάσσια και χερσαία ζώα αυτής της περιόδου: 1) ραμφόρρυγχος· 2) κλασμόσαυρος· 3) πτεράνοδο· 4) κρονόσαυρος· 5) στενοπτερύγιος· 6) τυλόσαυρος· 7) κρυπτόκλειδος· 8) εσπερόρνις· 9) αιπιχθύς· 10) βενθοσικύμη· 11) ευρυνόσαυρος· 12) αρχέλων· 13) πορθέας· 14) βελεμνίτης· 15) ιχθυόσαυρος· 16) είδος σκυλόψαρου· 17) οπλοπτέρυγος.
Απολίθωμα σπόγγου (κοιλοπτύχιο) του κρητιδικού.
Dictionary of Greek. 2013.